του Παναγιώτη Καλομοιράκη
Δεν μπορούμε παρά να επικοινωνούμε πάντα! Έστω και αν δεν μιλάμε, το σώμα μας μιλάει για μας! Όταν χαμογελάμε ή χαιρετάμε με το χέρι μας τότε επικοινωνούμε μη λεκτικά. H "μη λεκτική επικοινωνία" είναι η επικοινωνία που επιτυγχάνεται χωρίς λόγια, δηλαδή με τη γλώσσα του σώματος ή αλλιώς τη σωματική επικοινωνία (Γεωργάς, 1995) . Συχνά, είναι αυτή που προδίδει τη διάθεσή μας χωρίς να χρειαστεί να μιλήσουμε. Η ολική
επικοινωνία συντελείται μέσω της λεκτικής και της μη λεκτικής οδού, από την
οποία η λεκτική οδός εκφράζει το γνωστικό κομμάτι της επικοινωνίας και η μη
λεκτική το συναισθηματικό (Παπαδάκη- Μιχαηλίδη, 1998). Οι πληροφορίες της μη λεκτικής επικοινωνίας μεταδίδονται μέσω διάφορων καναλιών. Ο,τιδήποτε μπορεί να μεταδοθεί, πέρα από το λόγο, είναι κανάλι της μη λεκτικής επικοινωνίας. Τα κυριότερα κανάλια της μη λεκτικής επικοινωνίας είναι:
Η μη λεκτική επικοινωνία παίζει το σημαντικότερο ρόλο στις διαπροσωπικές σχέσεις και η κατάλληλη χρήση της προσφέρει στο άτομο ικανοποιητικές σχέσεις, οι οποίες με τη σειρά τους του εξασφαλίζουν ευτυχία, ηρεμία και ψυχική ισορροπία(Παπαδάκη- Μιχαηλίδη, 1998) .
Πώς μπορούμε όμως να επιτύχουμε ικανοποιητική επικοινωνία; Όταν τα μηνύματα της λεκτικής και της μη λεκτικής επικοινωνίας ταυτίζονται. Σε αντίθετη περίπτωση παράγεται το λεγόμενο διπλό μήνυμα.
Στις διαταραγμένες οικογένειες, η Satir (1989) διαπίστωσε πως επικρατούσε η επικοινωνία με διπλά μηνύματα. Οι λόγοι σύμφωνα με τη Satir (1989) που αναπαράγουμε ένα διπλό μύνημα, όταν δηλαδή αυτό που λέμε αντιβαίνει στην όλη στάση μας, είναι οι εξής:
1. Όταν έχουμε λίγη αυτεκτίμηση και πιστεύουμε πως είμαστε κακοί, γιατί έτσι αισθανόμαστε
2. Όταν φοβόμαστε να μην πληγώσουμε τα συναισθήματα των άλλων
3. Όταν ανησυχούμε για τυχόν αντίποινα από τους άλλους
4. Όταν φοβόμαστε μήπως διακόψουμε τη σχέση μας
5. Όταν δεν θέλουμε να επιβάλλουμε τη γνώμη μας
6. Όταν δεν έχουμε συναίσθηση για τίποτα, παρά μόνο για τον εαυτό μας
και δε δίνουμε σημασία στο άλλο πρόσωπο, ούτε στην ίδια την αλληλεπίδραση.
Σ' όλες, σχεδόν, αυτές τις περιπτώσεις, δεν έχουμε επίγνωση ότι στέλνουμε διπλά μηνύματα. Έτσι, ο ακροατής αντιμετωπίζει διπλά μηνύματα κι απ' την ανταπόκρισή του επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα της επικοινωνίας.
Υπάρχουν γενικά οι εξής πιθανότητες:
1.να ακούσει μόνο τα λόγια μας και να αγνοήσει τα υπόλοιπα
2.να πάρει το μη ρητό μήνυμα και να αγνοήσει τα λόγια
3.να τα αγνοήσει όλα αλλάζοντας κουβέντα, φεύγοντας ή πηγαίνοντας για ύπνο
4. να σχολιάσει το διπλό χαρακτήρα του μηνύματος
Για παράδειγμα, αν χαμογελάμε και ταυτόχρονα λέμε «αισθάνομαι χάλια », στέλνουμε ένα διπλό μήνυμα.
Τι επιλογές έχει ο ακροατής που μας ακούει;
Η Satir (1989) σύμφωνα με τις παραπάνω πιθανότητες, κάνει τα εξής σενάρια:
Μπορεί να ανταποκριθεί στα λόγια μας και να πει:
1. «Αυτό είναι πολύ κακό», στο οποίο μπορεί να αποκριθούμε «Αστειευόμουνα».
2. Να ανταποκριθεί στο χαμόγελο μας και να πει, «Φαίνεσαι μια χαρά»,
όπου μπορεί να αντιδράσουμε λέγοντας: «Πώς το λες αυτό!»
3. Να τα αγνοήσει όλα και να ξανασκύψει στο βιβλίο του, οπότε ίσως να
αντιδράσουμε λέγοντας, «Μα, τι είν’ αυτά; Πεντάρα δε δίνεις;»
4. Να σχολιάσει ειλικρινά το διπλό μας μήνυμα: «Δεν καταλαβαίνω τι μου λες.
Απ΄ τη μια, χαμογελάς κι απ΄ την άλλη, μου λες ότι είσαι χάλια. Τι να διαλέξω;»
Τότε μας παρέχεται η ευκαιρία να απαντήσουμε «Δε θέλω να σου γίνομαι βάρος»
και ούτω καθεξής.
Από τα παραπάνω σενάρια βγαίνει το συμπέρασμα πως η καλύτερη αντιμετώπιση του διπλού μηνύματος είναι η αποκάλυψή του. Με αυτόν τον τρόπο ο ακροατής βοηθά τον ομιλητή να αναγνωρίσει το διπλό μήνυμα, να εκφραστεί ειλικρινά και να συνεχιστεί ένας ουσιαστικός διάλογος.
Η Satir (1989) καταλήγει:
Mη Λεκτική επικοινωνία
![]() |
photo: Edu Lauton |
1. Το βλέμμα
Η οπτική επαφή είναι ίσως το κανάλι της μη λεκτικής επικοινωνίας από το οποίο αντλεί κανείς τις περισσότερες πληροφορίες (Hogg & Vaughan, 2010) . Πληροφορίες όπως τα συναισθήματα, το status, η αξιοπιστία, η εντιμότητα, η ικανότητα και η προσήλωση του ατόμου, αντλούνται από τη χρονική διάρκεια και τον τρόπο με τον οποίο κοιτάει κάποιος (Klein,1986 αναφέρεται στο Hogg & Vaughan, 2010). Το βλέμμα καθορίζει τη φύση των διαπροσωπικών σχέσεων και μέσω αυτού ανταλλάσσονται συναισθήματα μεταξύ των αλληλεπιδρώντων και ρυθμίζεται η ροή του λόγου στη διάρκεια των συνομιλιών. Η εστίαση του βλέμματος σε ένα άτομο προσφέρει το έναυσμα για αλληλεπίδραση και η αποστροφή του βλέμματος το αντίθετο. Η διάρκεια του βλέμματος στις κοινωνικές επαφές συνήθως κυμαίνεται στα 2 - 3 δευτερόλεπτα έως και 7 δευτερόλεπτα, ενώ στο αμοιβαίο βλέμμα δεν διαρκεί περισσότερο από ένα δευτερόλεπτο (Argyle,1981· Παπαδάκη- Μιχαηλίδη, 1998).
2. Εμφάνιση
Η εμφάνιση ενός ατόμου είναι αντιπροσωπευτική για το μήνυμα που θέλει να περάσει το άτομο στο κοινωνικό σύνολο ως προς τη συναισθηματική του κατάσταση ή για την κοινωνική ομάδα στην οποία ανήκει (Γεωργάς ,1995). Η διαφορά της εμφάνισης του ατόμου με τα άλλα κανάλια είναι πως αλλάζει συνέχεια κώδικα και διαμορφώνεται ανάλογα και με τη μόδα της κάθε εποχής (Argyle, 1981) .
3. Εκφράσεις προσώπου
Οι εκφράσεις του προσώπου μας δίνουν τις πολυτιμότερες πληροφορίες για τον συναισθηματικό κόσμο των ανθρώπων. Ο Ekman (1972, αναφέρεται στο Hogg & Vaughan, 2010) έδειξε πως οι εκφράσεις των έξι βασικών συναισθημάτων, της χαράς, της έκπληξης, του φόβου, του θυμού, της θλίψης και της αηδίας, έχουν σχεδόν οικουμενικό χαρακτήρα και μπορούν να αποκωδικοποιηθούν σωστά από τους περισσότερους ανθρώπους στον κόσμο. Το χαμόγελο, επιπλέον, αποτελεί σπουδαία κοινωνική αμοιβή και συχνά είναι ενθαρρυντικό εργαλείο στις συνομιλίες μεταξύ ατόμων (Παπαδάκη- Μιχαηλίδη, 1998).
4. Στάσεις και κινήσεις σώματος
Οι στάσεις και οι κινήσεις του σώματος μπορούν να αντανακλούν παλιούς ή τωρινούς ρόλους του ατόμου ή ακόμα την εικόνα του εαυτού, την αυτοπεποίθηση και τη συγκινησιακή κατάσταση του. Στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ατόμων οι στάσεις και οι κινήσεις του σώματος μπορεί να είναι ενδεικτικές για το βαθμό συμπάθειας, έλξης ή αντιπάθειας των αλληλεπιδρώντων (Argyle, 1981). Αν και το πρόσωπο είναι ο κύριος εκφραστής των συναισθημάτων, συχνά σε μία ηθελημένη απόκρυψη των συναισθημάτων, οι στάσεις και οι κινήσεις του σώματος είναι αυτές που προδίδουν το άτομο (Παπαδάκη- Μιχαηλίδη, 1998) .
5. Περιοχές- Ζωτικός χώρος
Κάθε άνθρωπος διεκδικεί γύρω από το σώμα του μία προσωπική περιοχή, τον επικαλούμενο ζωτικό χώρο. Το μέγεθός του εξαρτάται από πολιτισμικούς παράγοντες, για παράδειγμα, οι άνθρωποι από αραιοκατοικημένες περιοχές έχουν ανάγκη μεγαλύτερου ζωτικού χώρου. Η απόσταση μεταξύ των ατόμων είναι δηλωτική για τη σχέση τους. Για τη μέση αστική τάξη του δυτικού πολιτισμού ισχύουν τέσσερις ζώνες. Η ζώνη οικειότητας όπου είναι μεταξύ 15 και 45 εκατοστών, η προσωπική ζώνη όπου είναι μεταξύ 46 και 122 εκατοστών, η κοινωνική ζώνη όπου είναι μεταξύ 123 και 360 εκατοστών και η δημόσια ζώνη, όπου ξεπερνά τα 3,6 μέτρα (Pease & Pease, 2006) .
Οι πληροφορίες που μεταδίδονται μέσω της μη λεκτικής επικοινωνίας είναι πολύ περισσότερες από αυτές της λεκτικής.
Οι πληροφορίες που μεταδίδονται μέσω της μη λεκτικής επικοινωνίας είναι πολύ περισσότερες από αυτές της λεκτικής.
Η μη λεκτική επικοινωνία παίζει το σημαντικότερο ρόλο στις διαπροσωπικές σχέσεις και η κατάλληλη χρήση της προσφέρει στο άτομο ικανοποιητικές σχέσεις, οι οποίες με τη σειρά τους του εξασφαλίζουν ευτυχία, ηρεμία και ψυχική ισορροπία
Πώς μπορούμε όμως να επιτύχουμε ικανοποιητική επικοινωνία; Όταν τα μηνύματα της λεκτικής και της μη λεκτικής επικοινωνίας ταυτίζονται. Σε αντίθετη περίπτωση παράγεται το λεγόμενο διπλό μήνυμα.
Διπλό μύνημα
"Η ασυμφωνία ανάμεσα στην λεκτική και τη μη λεκτική επικοινωνία παράγει διπλά μηνύματα" Satir (1989)
1. Όταν έχουμε λίγη αυτεκτίμηση και πιστεύουμε πως είμαστε κακοί, γιατί έτσι αισθανόμαστε
2. Όταν φοβόμαστε να μην πληγώσουμε τα συναισθήματα των άλλων
3. Όταν ανησυχούμε για τυχόν αντίποινα από τους άλλους
4. Όταν φοβόμαστε μήπως διακόψουμε τη σχέση μας
5. Όταν δεν θέλουμε να επιβάλλουμε τη γνώμη μας
6. Όταν δεν έχουμε συναίσθηση για τίποτα, παρά μόνο για τον εαυτό μας
και δε δίνουμε σημασία στο άλλο πρόσωπο, ούτε στην ίδια την αλληλεπίδραση.
Σ' όλες, σχεδόν, αυτές τις περιπτώσεις, δεν έχουμε επίγνωση ότι στέλνουμε διπλά μηνύματα. Έτσι, ο ακροατής αντιμετωπίζει διπλά μηνύματα κι απ' την ανταπόκρισή του επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα της επικοινωνίας.
Υπάρχουν γενικά οι εξής πιθανότητες:
1.να ακούσει μόνο τα λόγια μας και να αγνοήσει τα υπόλοιπα
2.να πάρει το μη ρητό μήνυμα και να αγνοήσει τα λόγια
3.να τα αγνοήσει όλα αλλάζοντας κουβέντα, φεύγοντας ή πηγαίνοντας για ύπνο
4. να σχολιάσει το διπλό χαρακτήρα του μηνύματος
Για παράδειγμα, αν χαμογελάμε και ταυτόχρονα λέμε «αισθάνομαι χάλια », στέλνουμε ένα διπλό μήνυμα.
![]() |
Διπλό μήνυμα. Satir (1989) |
Τι επιλογές έχει ο ακροατής που μας ακούει;
Η Satir (1989) σύμφωνα με τις παραπάνω πιθανότητες, κάνει τα εξής σενάρια:
Μπορεί να ανταποκριθεί στα λόγια μας και να πει:
1. «Αυτό είναι πολύ κακό», στο οποίο μπορεί να αποκριθούμε «Αστειευόμουνα».
2. Να ανταποκριθεί στο χαμόγελο μας και να πει, «Φαίνεσαι μια χαρά»,
όπου μπορεί να αντιδράσουμε λέγοντας: «Πώς το λες αυτό!»
3. Να τα αγνοήσει όλα και να ξανασκύψει στο βιβλίο του, οπότε ίσως να
αντιδράσουμε λέγοντας, «Μα, τι είν’ αυτά; Πεντάρα δε δίνεις;»
4. Να σχολιάσει ειλικρινά το διπλό μας μήνυμα: «Δεν καταλαβαίνω τι μου λες.
Απ΄ τη μια, χαμογελάς κι απ΄ την άλλη, μου λες ότι είσαι χάλια. Τι να διαλέξω;»
Τότε μας παρέχεται η ευκαιρία να απαντήσουμε «Δε θέλω να σου γίνομαι βάρος»
και ούτω καθεξής.
Από τα παραπάνω σενάρια βγαίνει το συμπέρασμα πως η καλύτερη αντιμετώπιση του διπλού μηνύματος είναι η αποκάλυψή του. Με αυτόν τον τρόπο ο ακροατής βοηθά τον ομιλητή να αναγνωρίσει το διπλό μήνυμα, να εκφραστεί ειλικρινά και να συνεχιστεί ένας ουσιαστικός διάλογος.
Η Satir (1989) καταλήγει:
Απαραίτητο είναι κάθε επικοινωνία στην οικογένεια να στοχεύει στην αλήθεια και να αποτελείται από απλά, όχι διττά μηνύματα, για να εξασφαλίζεται η αγάπη και η εμπιστοσύνη, που τις χρειάζονται σαν την τροφή τα μέλη της.
Βιβλιογραφία:
Argyle, M. (1981). Ψυχολογία της Διαπροσωπικής
Συμπεριφοράς. (Μ. Δερμιτζάκης, Μεταφρ.) Αθήνα: Θυμάρι.
Γεωργάς, Δ. (1995). Κοινωνική Ψυχολογία (4η εκδ., Τόμ. Α). Αθήνα.
Hogg, M. A., & Vaughan, G. M. (2010). Κοινωνική
Ψυχολογία. (Α. Χαντζή, Επιμ., Ε. Βασιλικός, & Α. Αρβανίτης, Μεταφρ.)
Αθήνα: Gutenberg.
Παπαδάκη- Μιχαηλίδη, Ε.
(1998). Η σιωπηλή γλώσσα των συναισθημάτων: Η μη λεκτική επικοινωνία στις
διαπροσωπικές σχέσεις (4η εκδ.). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Pease, A., & Pease, B. (2006). Το απόλυτο
βιβλίο για την γλώσσα του σώματος. (Θ. Μαστακούρης, Μεταφρ.) Αθήνα:
Έσοπτρον.
Satir, V. (1989). Πλάθοντας Ανθρώπους (5η εκδ.). (Λ. Στυλιανούδη, Μεταφρ.) Αθήνα: Κέδρος.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου