Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Με ποιον τρόπο ακούω τους άλλους;



του Παναγιώτη Καλομοιράκη

Η ακοή παίζει σημαντικό ρόλο στην επικοινωνία μου με τους άλλους. Χρειάζεται να τους ακούσω για να ανταποκριθώ και να επικοινωνήσω μαζί τους μέσω του διαλόγου. Ωστόσο, το τι θα ακούσω δεν οφείλεται μόνο στο συνομιλητή μου αλλά σε μεγάλο βαθμό και σε μένα. Αλήθεια, πόσο συνειδητοποιημένος είμαι σε αυτό;
Ο τρόπος με τον οποίο ακούω τους άλλους είναι πιο πολυδιάστατος απ' όσο συχνά τον αντιλαμβάνομαι. Αν υποτιμώ το ρόλο της ακοής στο διάλογο, μπορεί να μην αντιλαμβάνομαι πως ίσως επικεντρώνομαι στο δικό μου λόγο, δίνοντας μεγαλύτερη αξία σε αυτό που θα πω και περιμένοντας απλώς τη σειρά μου για να μιλήσω. Πολλές φορές δεν επιλέγω μόνο τί θα πω, αλλά επιλέγω και τί θα ακούσω (Polster & Polster, 1974). Έχω επιλεκτική ακοή και συνήθως αυτό δε μου γίνεται αντιληπτό (O' Leary, 1995). Μερικά από αυτά που με ενδιαφέρουν μπορεί να είναι η κριτική των άλλων ή ο έπαινος τους ή οι καινούριες πληροφορίες που δίνουν. Για παράδειγμα, όταν οδηγώ και ο συνοδηγός μου μου λέει "μην τρέχεις", μπορώ να ακούσω την πρότασή του σαν επίκριση "δεν οδηγείς καλά" ή σαν έκφραση συναισθήματος "φοβάμαι" ή σαν πληροφορία "μην τρέχεις, έχουμε χρόνο" ή οτιδήποτε άλλο. Με τα χρόνια ειδικεύομαι στο να ακούω και να συλλαμβάνω καλύτερα συγκεκριμένα ερεθίσματα. Έχοντας επίγνωση της ακουστικής μου δεξιότητας μπορώ να αντιληφθώ τα αντίστοιχα κρυφά μυνήματα των συνομιλητών μου και να αποκομίσω επιπλέον πληροφορίες από αυτό που άκουσα, λόγω της ευαισθησίας που δείχνω σε αυτά. Αυτή η ακουστική μου δεξιότητα είναι διαφορετική από των άλλων (Polster & Polster, 1974). 
Συχνά, δε συνειδητοποιώ πως αυτό που σκέφτομαι σε μία συζήτηση επηρεάζει αυτό που ακούω και την εξέλιξη της συζήτησης. Όταν ακούω τους άλλους και "σκέφτομαι τι θα έκανα εγώ στη θέση τους", ίσως έχω την τάση να διακόπτω, να κατευθύνω τη συζήτηση, να δίνω βιαστικές εντολές και να μεταφέρω το βάρος της συζήτησης σε διαφορετικό σημείο από αυτό των συνομιλητών μου. Όταν ακούω τους άλλους και "σκέφτομαι κάτι για αυτούς", ίσως αναλύω τα κίνητρα των συνομιλητών μου και θεωρητικολογώ. Όταν ακούω τους άλλους και "σκέφτομαι κάτι εναντίον τους", ίσως τους αμφισβητώ, εκφράζω απειλή ή κρατάω μια αμυντική στάση απέναντί τους (O' Leary, 1995). Λαμβάνοντας υπόψη πως ο τρόπος με τον οποίο ακούω κάποιον παίζει σημαντικό ρόλο για την πορεία της συζήτησης, όσο πιο καλή επίγνωση έχω των προσωπικών μου παραγόντων που επιδρούν στην ακουστική μου αντιληπτικότητα, τόσο πιο ολοκληρωμένη και αποδοτική γίνεται η συζήτηση.


Η αποτελεσματική ακοή
Η αποτελεσματική ακοή δεν είναι μία παθητική διαδικασία. Είναι μία ενεργητική διαδικασία στην οποία ως ακροατής δεν μένω αμέτοχος. Παραμένω σε εγρήγορση ώστε να συλλαμβάνω το νόημα του λόγου και παράλληλα ανιχνεύω τη δική μου αλήθεια. Δεν ακούω μόνο τα λόγια αλλά και τι σημαίνουν αυτά για τον εαυτό μου. "Ακούω ό,τι σημαίνει κάτι για μένα και επηρεάζομαι από αυτό που ακούω"  (Polster & Polster, 1974, σ. 142). Η αποτελεσματική ακρόαση προϋποθέτει την προσοχή μου. Η προσοχή μου οξύνεται όταν περιμένω να μιλήσει ο συνομιλητής μου χωρίς να τον διακόπτω (O' Leary, 1995).
  
Όταν ακούω προσεκτικά συντονίζομαι με τον τόνο της φωνής του ομιλητή. Ο ομιλητής αντιλαμβάνεται πως τον ακούω (O' Leary, 1995). Mε την προσεκτική ακρόαση ακούω και παράλληλα αισθάνομαι τον ομιλητή. Συχνά, οι υπόλοιποι ήχοι εξαφανίζονται (Satir, 1989). Η αποτελεσματική ακρόαση σημαίνει "να σκέφτομαι μαζί με τον άλλο". Με αυτό το είδος της ακρόασης επιτρέπω στο συνομιλητή μου να εκθέσει τον εαυτό του, να αναγνωρίσει τα συναισθήματά του και να βρει ο ίδιος τις απαντήσεις που χρειάζεται. Αυτό μπορώ να το πετύχω με την ανεύρεση πληροφοριών μέσω ερωτήσεων, με την ενεργή σιωπή και με την αποφυγή κατεύθυνσης του διαλόγου (O' Leary, 1995)


 Βιβλιογραφία 

O'Leary, E. (1995). Η θεραπεία Gestalt. (Ι. Ν. Νέστορος, Ν. Ε. Πολεμικός, Eπιμ., & Γ. Σκαρβέλη, Μεταφρ.) Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.


Polster, E., & Polster, M. (1974). Gestalt Therapy Integrated: Contours of Theory and Practice . New York: Vintage Books.



Satir, V. (1989). Πλάθοντας Ανθρώπους (5η εκδ.). (Λ. Στυλιανούδη, Μεταφρ.) Αθήνα: Κέδρος. 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η Θεωρία Προσωπικότητας του Carl Rogers

του Παναγιώτη Καλομοιράκη                                                                                                                  Τάση Πραγμάτωσης- Οργανισμός           Ο Rogers , όπως και οι συνάδελφοί του Goldstein και Maslow ,  υποστηρίζει πως η μοναδική κινητήρια δύναμη του ανθρώπινου οργανισμού είναι η τάση για πραγμάτωση. Η τάση πραγμάτωσης ωθεί τον οργανισμό προς την επιβίωση, την εξέλιξη, την αυτονομία, βάσει των εγγενών χαρακτηριστικών του. Η τάση πραγμάτωσης είναι μία τάση που δεν μπορεί να αποκοπεί από τον οργανισμό αλλά δρα από τη γέννηση του ανθρώπου και συνεχίζει να δρα σε όλη τη διάρκεια της ζωής του (Μπρούζος, 2004).

Η ψυχοκοινωνική ανάπτυξη

του Παναγιώτη Καλομοιράκη Βρεφική ηλικία Κατά τη βρεφική ηλικία ο άνθρωπος είναι απόλυτα εξαρτημένος από το οικογενειακό περιβάλλον για την ικανοποίηση των αναγκών του. Σύμφωνα με τη βιοκοινωνική θεωρία του Erikson, αν επιτευχθεί ικανοποιητικά αυτός ο στόχος, τότε το άτομο αναπτύσσει το συναίσθημα της βασικής εμπιστοσύνης. Αντίθετα, αναπτύσσει το αίσθημα της καχυποψίας και της ανασφάλειας (Παρασκευόπουλος, 1985). Στη βρεφική ηλικία δημιουργείται ο δεσμός της προσκόλλησης, που είναι «ο μακροχρόνιος συναισθηματικός δεσμός με ένα συγκεκριμένο άτομο» (Schaffer, 1996, σ. 32), συνήθως με τη μητέρα. Ο δεσμός αυτός επηρεάζει τη μετέπειτα ψυχολογική εξέλιξη του βρέφους ανάλογα με τον τύπο της προσκόλλησης που ανέπτυξε. Η ασφαλής προσκόλληση σχετίζεται με την κοινωνικότητα του παιδιού, τη θετική συμπεριφορά του, τη συναισθηματική του ωρίμανση κ.ά. (Λεοντάρη, 2000). Η Ainsworth (1995) σε έρευνα της παρατήρησε πως ο τύπος της προσκόλλησης είναι ανάλογος με την ευαισθησία και την ανταπόκρισ

Η προσωποκεντρική συμβουλευτική

του Παναγιώτη Καλομοιράκη Μερικά ιστορικά στοιχεία Μέχρι τα μέσα του εικοστού αιώνα περίπου, η ψυχοθεραπεία αντλούσε τις μεθόδους της από τις θεωρίες των ψυχοδυναμικών και συμπεριφοριστικών σχολών. Στις 11 Δεκεμβρίου του 1940 , ο Carl Ransom Rogers, σε εισήγησή του στο Πανεπιστήμιο της Minnesota, παρουσίασε μια διαφορετική προσέγγιση, τη «μη κατευθυντική» συμβουλευτική (Μπρούζος, 2004). Σε αυτή τη θεραπεία « το άτομο και όχι το πρόβλημα, βρίσκεται στο επίκεντρο. Ο στόχος δεν είναι να λύθει ένα συγκεκριμένο πρόβλημα αλλά να βοηθηθεί το άτομο να αναπτυχθεί, έτσι ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει το τωρινό πρόβλημα και τα μελλοντικά προβλήματα με έναν πιο ολοκληρωμένο τρόπο» (Rogers, 1942, σ.28). Από τότε, η εξέλιξη της «μη κατευθυντικής» συμβουλευτικής είναι αδιάλειπτη. Σήμερα απαντάται ως «προσωποκεντρική» προσέγγιση. 

Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία (ΓΣΘ)

του Παναγιώτη Καλομοιράκη Η ΓΣΘ ορίζεται ως «το σύνολο των θεραπευτικών τεχνικών που στοχεύουν στην τροποποίηση της συμπεριφοράς και των εσωτερικών διεργασιών (γνωσίες, φαντασίες, εκτιμήσεις καταστάσεων, συναισθήματα, βαθμός εγρήγορσης) που είναι υπεύθυνα ή επηρεάζουν τη συμπεριφορά που θέλουμε ν’ αλλάξουμε» (Μπουλουγούρης, 1996, σ. 156) . Η ΓΣΘ είναι μία δομημένη, συνεργατική θεραπεία που θέτει συγκεκριμένους στόχους. Απαιτεί την ενεργητική συμμετοχή τόσο του θεραπευτή, όσο και του θεραπευόμενου. Εστιάζει στο εδώ και τώρα και είναι βραχυπρόθεσμη. Ο θεραπευόμενος βοηθείται από το θεραπευτή να βρει τις γνωστικές παραποιήσεις του ώστε να αναπτύξει ένα εποικοδομητικότερο τρόπο αξιολόγησης των εμπειριών του (Χαρίλα, 1998) . Σύμφωνα με τον γνωσιακό θεραπευτή η συναισθηματική δυσφορία προκαλείται από τις αυτόματες σκέψεις του ατόμου, οι οποίες έχουν τη ρίζα τους στις πυρηνικές πεποιθήσεις. Οι πυρηνικές πεποιθήσεις έχουν σφαιρικό και άκαμπτο χαρακτήρα.  Η συνήθης διαδικασία της γνωσ